Σε απόσταση 33χλμ. και 44 λεπτών περίπου οδήγησης και πεζοπορίας, με κατεύθυνση την Γιάλοβα, βρίσκεται το Παλαιόκαστρο, κτισμένο τον 13ο αιώνα από τους Φράγκους, στο βόρειο άκρο του κόλπου Ναβαρίνο. Χτίστηκε πάνω από τα ερείπια του οικισμού της αρχαίας Πύλου και της ακρόπολης της. Δεσπόζει φυλάσσοντας από ψηλά την βόρεια είσοδο του κόλπου και την διασημότερη παραλία της Μεσογείου, την Βοϊδοκοιλιά.
Ιδανική τοποθεσία για τους λάτρεις της φύσης και της πεζοπορίας, καθώς η τοποθεσία του είναι μαγευτική και βρίσκεται στη λίμνη της Γιάλοβας, όπου είναι προστατευόμενη περιοχή από το πρόγραμμα Natura 2000. Το τελευταίο 1,5χλμ για να φτάσεις στο Παλαιόκαστρο είναι μέσω ανηφορικού μονοπατιού. Επίσης το Κάστρο είναι πλέον παραμελημένο, καθώς το μόνο που σώζεται είναι τα εξωτερικά του τείχη. Εντός του περιβόλου υπάρχουν ερείπια από δημόσια κτίρια, εκκλησίες και σπίτια της τότε εποχής.
Ιστορικά Στοιχεία
Το Παλαιόκαστρο χτίστηκε το 1278 μ.Χ. από τον Νικόλαο Β΄ Σαιντ Ομέρ, ο οποίος ήταν Βαρόνος της Θήβας, και απέκτησε τη συγκεκριμένη περιοχή μαζί με άλλες της Καλαμάτας, ως προίκα από τον γάμο του με την Αγγελίνα Κομνηνή.
Είναι χτισμένο πάνω από την αρχαία οχύρωση και την ακρόπολη της αρχαίας Πύλου (1200 – 1300 π.χ.). Κάτω από τα τείχη του υπάρχει η γνωστή Σπηλιά του Νέστωρα (ή του Νηλέως) η οποία επικοινωνεί υπογείως με το Παλαιόκαστρο. Κατά την Ελληνική Μυθολογία σε αυτή την σπηλιά έκρυψε ο Ερμής τις αγελάδες που είχε πάρει από τον Θεό Απόλλωνα για να μην τις βρει.
Οι Φράγκοι του είχαν δώσει το όνομα “Port de Jonc” (Λιμάνι των Βούρλων), καθώς γύρω από την λιμνοθάλασσα της Γιάλοβας, φύουν σε μεγάλες ποσότητες τα λεγόμενα βούρλα. Χτίζοντας οι Τούρκοι το καινούργιο Φρούριο Νιόκαστρο από την Νότια είσοδο του κόλπου, το “Port de Jonc” έχασε την αίγλη του κι έτσι κατέληξε να ονομαστεί Παλαιόκαστρο.
Ο κόλπος του Ναβαρίνο φέρεται να πήρε την ονομασία του από τους Αβάρους και Σλάβους που εγκαταστάθηκαν στη γύρω περιοχή περί τον 6 αιώνα μ.Χ.. Σε ένα χρυσό νόμισμα του 1293, από τον Βυζαντινό αυτοκράτωρ Ανδρόνικο Β΄ Παλαιολόγο, η περιοχή αναφέρεται ως Αβαρίνο. Οι Οθωμανοί κατά τον16ο αιώνα τον αποκαλούσαν Αναβαρίν και από εκεί μάλλον προέκυψε η σημερινή ονομασία Ναβαρίνο.
Το Παλαιόκαστρο άλλαξε «ιδιοκτήτες» αρκετές φορές, με πάρα πολλές οχυρωματικές προσθήκες και επεμβάσεις, είτε με πώληση είτε με πολιορκία, έχοντας βιώσει ανά τα χρόνια ιστορίας του, αρκετές αιματηρές συρράξεις για την κατάληψη του από Ενετούς, Οθωμανούς, Τούρκους, Αιγύπτιους, πειρατές και Έλληνες επαναστάτες του 1821. Ο τελευταίος που είχε στη κατοχή του το Παλαιόκαστρο ήταν ο Ιμπραήμ, όπου το 1825 είχε καταλάβει αρκετά στρατηγικά σημεία και φρούρια της περιοχής, για τις ανάγκες των εξορμήσεων των Αιγυπτίων στην ευρύτερη περιοχή. Το κύκνειο μαχητικό του άσμα δόθηκε στην ναυμαχία του Ναβαρίνο (20 Οκτώβρη 1827), σε μια από τις σημαντικότερες ναυμαχίες της ιστορίας, όπου οι στόλοι των συμμαχικών Μεγάλων Δυνάμεων δέχονταν τα πυρά των κανονιών του, αλλά νίκησαν τον Ιμπραήμ, στη προσπάθεια τους να παρέμβουν και να απελευθερώσουν την περιοχή από τους Αιγύπτιους. Τον Οκτώβριο του 1828 τελικά εγκαταλήφθηκε από τον Ιμπραήμ, μόνο για να διαπιστώσουν οι Έλληνες και Γάλλοι που εισήλθαν στο χώρο του ότι πλέον ήταν ερειπωμένο. Πιθανός κι ο λόγος της μη χρήσης του εκ νέου από τους Έλληνες ή κάποιον άλλο ιδιοκτήτη να ήταν αυτός.